Ο φιλικός ναζιστής της γειτονιάς σου ή γιατί οι σατανιστές είναι καλοί άνθρωποι.
Σε σόκαραν οι φωτογραφίες του βουλευτή της Χρυσής Αυγής Γιώργου Γερμένη; Έχεις αναρωτηθεί ποτέ τι πιστεύει ένας σατανιστής; Έχεις την εντύπωση πως νιώθει «κακός άνθρωπος»; Σε προβλημάτισε το γεγονός ότι όσες φορές είδες κάποιον εκπρόσωπο αυτού του κόμματος στην τηλεόραση, ουσιαστικά το μεγαλύτερο παράπονο που εξέφρασε ήταν ότι τα ΜΜΕ τον αντιμετωπίζουν σαν τέρας; Είναι τελικά όλοι αυτοί «κακοί άνθρωποι»;
Αν τους ρωτήσεις θα σου απαντήσουν απολύτως ειλικρινά ότι είναι πραγματικά καλοί και αυτό δεν είναι ψέμα, το πιστεύουν βαθιά. Η διαφορά έχει να κάνει με το πώς ορίζει κανένας το καλό και το κακό.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τον σατανισμό. Προφανώς δεν πρόκειται για μια ενιαία κοσμοθεωρία, ο κάθε σατανιστής πιστεύει αυτό που θέλει. Ο βασικός όμως κλάδος του σατανισμού (αν υπάρχει κάτι τέτοιο) πρεσβεύει, ότι στην πραγματικότητα ο Θεός είναι ο κακός ενώ ο Εωσφόρος είναι ο καλός.
Σου φαίνεται παράλογο; Με μια «δεύτερη ματιά» δείχνει απολύτως λογικό. Σκέψου το, οι σατανιστές λένε ότι δεν έχεις παρά να ανατρέξεις στη Βίβλο. Εκεί θα δεις έναν Θεό μοχθηρό, που τιμωρεί τους υπηκόους του, που ζητά να τον προσκυνούν και βάζει όλο δυσβάστακτους κανόνες. Ενώ ο Σατανάς είναι αυτός που επαναστατεί απέναντι στην εξουσία του Θεού, αρνείται να τον υπηρετεί, και συμβολίζει την απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου.
Δεν έχω τα φόντα να κάνω βαθιές θρησκευτικές αναλύσεις για το πώς το ένα εδάφιο της Βίβλου απαντά στο άλλο ή για τη φύση του Θεού, αλλά ας πιαστούμε από την τελευταία φράση της παραπάνω παραγράφου. «Η απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου». Για το σατανιστή νοείται ως η δυνατότητα του να κάνει αυτό που θέλει, αυτό που θεωρεί δίκαιο και σωστό, χωρίς τους κανόνες που ο Θεός θέτει.
Τι είναι όμως μια ελευθερία χωρίς κανόνες; Τι είναι μια ελευθερία χωρίς σεβασμό στην κοινότητα; Τι είναι μια κοινωνία που ο καθένας θα σεβόταν μόνο τις προσωπικές του επιθυμίες;
Η θρησκεία (για κάποιους σωστά και για κάποιους λάθος) θέτει κανόνες, ένα σύνολο από τρόπους λειτουργίας (που αναθεωρούνται κατά καιρούς από την κοινότητα) βάση πάντα ενός συγκεκριμένου προτύπου. Η κριτική που δέχεται η κάθε θρησκεία είναι σε αυτό. Στο ότι το θρησκευτικό πρότυπο (μιας που άπτεται του μεταφυσικού, και δεν έχουμε χειροπιαστές αποδείξεις για αυτό) είναι ψευδές. Πέραν όμως του θρησκευτικού ή μη προτύπου, η απόλυτη ελευθερία του κάθε ατόμου δεν μπορεί παρά να οδηγεί στην επιβίωση του πιο ισχυρού. Ο σατανιστής πιστεύει στη φύση, πιστεύει στο νόμο του ισχυρού που ευδοκιμεί μέσα της, παραβλέπει όμως ότι ο άνθρωπος έχει πολυπλοκότερη μορφή από τα ζώα. Συμπόνια, διάθεση για διαπραγμάτευση, ανιδιοτέλεια, σεβασμός στις επιθυμίες του άλλου, είναι έννοιες υποδεέστερες. Δεν καταλαβαίνει ότι αυτές είναι απαραίτητες προκειμένου να διατηρηθεί η ανθρώπινη υπόσταση. Γι’ αυτόν, ο νόμος του ισχυρού, αυτό το τελευταίο σκαλοπάτι της ανθρώπινης υπόστασης, δεν είναι παρά το πρώτο. Παραβλέπει ότι ελευθέρια ανεξάρτητη από το «δίπλα» και τον «απέναντι» μετατρέπει τον άνθρωπο σε έρμαιο των παθών του.
Σε αυτό στο σημείο είναι που τέμνονται ο σατανισμός με το ναζισμό. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ταυτόσημα, έχουν όμως ένα κοινό. Την «ελευθερία του ατόμου». Ο σατανισμός βέβαια είναι «φούλ» στη μεταφυσική ενώ ο νατσισμός εμπνέεται μόνο από αυτή, αλλά και από την «ελευθερία που ο σατανισμός «υπηρετεί». Ο ναζισμός δεν «χρειάζεται» το Θεό ούτε τον Σατανά. Μένει στον άνθρωπο, όχι όμως με την μορφή που ο φιλελευθερισμός πρεσβεύει. Ο ναζισμός δεν «Κατοχυρώνει ένα πλαίσιο ατομικών δικαιωμάτων, όπως για παράδειγμα αυτά της ισότητας, της ανεξιθρησκίας και της ιδιοκτησίας, και προστατεύει το άτομο περιορίζοντας την ισχύ της εκτελεστικής εξουσίας που πηγάζει από τη “δημοκρατική αρχή”, δηλαδή την αρχή της πλειοψηφίας.» όπως ο φιλελευθερισμός, αλλά έρχεται (δανειζόμενος τη μεταφυσική) και «εξυψώνει» τον άνθρωπο. Τον θέτει ως το ον που εξοστρακίζει το Θεό και θέτει τους δικούς του κανόνες. Και όχι οποιονδήποτε άνθρωπο αλλά αυτόν που είναι πιο ισχυρός.
Ο ισχυρός λοιπόν, κατά τους ναζιστές, είναι αυτός που θέτει τους κανόνες και έχει «δικαίωμα στα πλαίσια της ελευθερίας του να κάνει αυτό που θέλει». Γι’ αυτό και δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ο ίδιος είναι κακός. Είναι απλά το αποτέλεσμα της «φυσικής ροής των πραγμάτων». Δεν βρίσκει τίποτα το κακό στο νόμο του ισχυρού. Εδώ δεν χωρά δημοκρατία. Ο ναζισμός δεν νοιάζεται για τον συνάνθρωπο αλλά για τον σύντροφο, αυτόν που είναι ίδιος με αυτόν. Οραματίζεται μια κοινωνία που η μοναδική αλήθεια του ισχυρότερου θα επιβληθεί και οι αδύναμοι ή οι ενοχλητικοί απλά θα εξαφανιστούν.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χίτλερ ποτέ δεν προσπάθησε να διαπραγματευτεί κάποιου είδους παράδοση ακόμα και την τελευταία ώρα για την Γερμανία. Δεν τον ενδιέφερε αν όλοι οι στρατιώτες του θα πέθαιναν στο Στάλινγκραντ ή αν οι συμπατριώτες του, οι Γερμανοί πολίτες, θα πέθαιναν μέχρις ενός στο Βερολίνο. Γι’ αυτόν, το αποτέλεσμα του πειράματος ήταν ξεκάθαρο. Οι Ρώσοι είχαν αποδειχτεί περισσότερο ανθεκτικοί από τους Γερμανούς οπότε δεν υπήρχε κανένας λόγος να σωθούν.
Η προπαγάνδα και το ψέμα είναι ένα άλλο «λογικό επόμενο». Είναι τα μέσα για την εκπλήρωση του σκοπού και η αναγνώριση εκ των πραγμάτων ότι οι πολλοί είναι αδύναμοι και μικρόνοες. Πρέπει να υπάρχει ένας τρόπος λοιπόν να πειστούν για τις ευεργετικές συνέπειες των πράξεων των ισχυρών. Το ψέμα δεν είναι το πρόβλημα, το θέμα είναι η επίτευξη του σκοπού.
Σήμερα πολλοί λένε ότι αυτό που ζούμε είναι «χούντα». Δεν μπορώ να το συμμεριστώ αυτό, για την ακρίβεια δεν ξέρω. Πάντα με προβλημάτιζε η χρησιμοποίηση φορτισμένων όρων για κάθε περίσταση και έτσι το αποφεύγω. Το σίγουρο είναι ότι ο ναζισμός, ο φασισμός η χούντα και αυτό που ζούμε σήμερα έχουν ένα κοινό. Φρονούν ότι «ο κόσμος δεν ξέρει». Ότι είναι καλή η δημοκρατία αλλά τώρα που το σύστημα κλονίζεται πρέπει να αφεθούμε στα χέρια των ειδικών, γιατί αυτοί ξέρουν καλύτερα.
Και κάτι ακόμα χειρότερο. Από ότι έχω καταλάβει, «οι ειδικοί» δείχνουν με τις πράξεις τους πως αν στον δρόμο για την «θεραπεία» κάποια «ασθενή κύτταρα» της κοινωνίας πεθάνουν, δεν είναι και πολύ μεγάλο το κακό.
Όπως και εσύ έτσι κι εγώ φοβάμαι για το μέλλον, από την άλλη όμως και το παρόν δεν είναι ιδιαίτερα θελκτικό. Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να μην ψάξουμε την λύση στην κυνικότητα και στο «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».