«Η τέχνη όπως την ξέρουμε τελείωσε». Πως αυτό; Έχει η τέχνη ημερομηνία λήξεως;
Διάβασα πρόσφατα αυτό το άρθρο του Jonathan Jones στον Guardian. Απ’ ότι είδα δεν είναι καινούριο, δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2009 και έχει τίτλο «Η τέχνη όπως την ξέρουμε έχει τελειώσει». Εκεί, ο καλός αρθογράφος, αναφέρει:
“Ο κόσμος από το 1980 και μετά έχει σταματήσει να πιστεύει σε αυτό το πράγμα που λέγετε πραγματικότητα. Τα χρήματα απελευθερώθηκαν από κάθε είδους δεδομένα. Η τέχνη έγινε ο απατηλός τους καθρέπτης.”
“Η τέχνη (σ.σ. αναφέρεται στην εποχή από το 1980 ως τη συγγραφή του άρθρου) είναι χαρά, είναι γέλιο, είναι διασκέδαση, είναι θεαματική είναι cool… η τέχνη τώρα φιλοδοξεί να γίνει όλα αυτά που ουσιαστικά χαρακτηρίζουν τη μόδα.”
“Η επιτυχία της είναι πλήρως δεσμευμένη με τον ίδιο μύθο που προστάζει ότι όλα γίνονται και ενέπνευσε τις τράπεζες να μας οδηγήσουν σε ένα παραπλανητικό κόσμο.”
Και τελειώνει το άρθρο λέγοντας:
“Προσπάθησα να αντισταθώ σε αυτό το γεγονός για μερικούς μήνες αλλά έδωσα τέλος στις αυταπάτες. Η τέχνη όπως την ξέρουμε τελείωσε. Έρχεται η ώρα που θα αποκαλυφθεί ότι δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά το ντεκόρ μιας εποχής, εμπορικής τρέλας”
Όλα καλά, μια μικρή λεπτομέρεια μόνο! «Αυτό που ξέραμε» δεν ήταν τέχνη για τον απλό λόγο ότι, αν κάτι είναι τέχνη προφανώς «δεν τελειώνει ποτέ». Μπορεί να είναι διασκέδαση, ψυχαγωγία ή οτιδήποτε άλλο, αλλά τέχνη δεν είναι. Σε αντίθεση με τα «Δρακουλίνια», η τέχνη δεν έχει ημερομηνία λήξεως, είναι κάτι παραπάνω «από ένα παιχνιδάκι». Αν κάτι είναι τέχνη σήμερα, θα είναι τέχνη για πάντα. Το να λες λοιπόν «η τέχνη όπως την ξέραμε», κρύβει κάτι ουσιώδες, την άρνηση να παραδεχθείς το παραπάνω αυτονόητο. Ότι αυτό δηλαδή που διαφημίζονταν μέχρι σήμερα ως τέχνη, απλά δεν ήταν τέτοιο.
Επίσης κάτι άλλο δεν πιάνω εδώ. Τι είναι αυτό που ορίζει ο Jones ως πραγματικότητα που την έχουμε χάσει; Δεν θυμάμαι να είχα ποτέ τόσα χρήματα που να μου έχουν διαμορφώσει αυταπάτες για τις δυνατότητες μου στη ζωή, και μεταξύ μας, δεν ξέρω και πολλούς τέτοιους. Ποιος λοιπόν έφτιαξε αυτό το δημιούργημα και προσπάθησε να με κάνει να πιστέψω ότι αυτό ήταν τέχνη, (που τώρα μάλιστα τελείωσε); Ποιος προσπάθησε να με διδάξει τόσα χρόνια ότι «η τέχνη είναι χαρά, είναι γέλιο, είναι διασκέδαση, είναι θεαματική είναι cool»; Σε ποιους απευθυνόταν αυτού του είδους η τέχνη, και αν απευθύνονταν στους «παραπλανημένους» από τη φούσκα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, γιατί πέρασε στα μεγαλύτερα μουσεία και δεν έμεινε σε κλειστό κύκλο μεγαλοαστικών γκαλερί;
Αυτό που έχει τελειώσει (ή τελειώνει οσονούπω) είναι η εποχή του μεταμοντερνισμού. Αν βέβαια ως μεταμοντερνισμό (μεταξύ πολλών άλλων) ορίσουμε την εποχή του ατομικισμού, της απόλυτης σχετικοποίησης των νοημάτων και της επιβολής από πάνω προς τα κάτω αισθητικών και αξιών. Αυτό που στην πραγματικότητα τελειώνει είναι η εποχή που μπορούσαμε να ονομάζουμε οτιδήποτε τέχνη. Ο αρθογράφος όμως δεν το αναφέρει.
Φοβάμαι ότι δεν το κάνει, όχι επειδή δεν το καταλαβαίνει, αλλά γιατί αν το έκανε, θα αναγκαζόταν να γίνει ιδιαίτερα δυσάρεστος. Στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, δεν θέλει να θίξει αυτούς που επιθυμούν να διατηρήσουν το δικαίωμα τους (και στον καινούριο κόσμο που φτιάχνεται), να ονομάζουν το οτιδήποτε τέχνη, χωρίς να χρειάζεται να προσπαθήσουν να ορίσουν το γιατί. Κυρίως όμως γιατί έτσι, δεν θα αναγκαστεί να θέσει προ των ευθηνών τους αυτούς που όλα αυτά τα χρόνια μας παρουσίαζαν κάτι ως τέχνη, ενώ δεν ήταν.
Είναι λίγο σαν τον κόσμο της πολιτικής που ζούμε σήμερα. Οι ίδιοι άνθρωποι που μας οδήγησαν εδώ, μας λένε ότι «αυτό ήταν ένα λάθος» και παρόλα αυτά, οι ίδιοι πάλι (θέλουμε δεν θέλουμε) προσπαθούν να μας οδηγήσουν «στο νέο σωστό». Βλέπεις, δεν έφταιγαν αυτοί, αλλά το μοντέλο. Λες και αυτό είναι κάτι άυλο, χωρίς φυσικούς δημιουργούς και υπηρέτες.
Μήπως θα έπρεπε λοιπόν αυτοί που δημιούργησαν και υπηρέτησαν αυτό το μοντέλο «που τελείωσε», να μας αδειάζουν σιγά σιγά την γωνιά; Και αν αυτό είναι υπέρμετρα σκληρό, μήπως να κάνουν την αυτοκριτική τους και να προσπαθήσουν πάλι; Όχι πια ως ηγέτες, αλλά ως ακόλουθοι.
Συνήθως έχω ανάμικτα συναισθήματα όσο έχει να κάνει με ότι φτιάχνω ή ζωγραφίζω. Λίγο μικρότερες αμφιβολίες νιώθω όταν πρόκειται για τα γραπτά μου. Όχι επειδή είναι καλύτερα, το αντίθετο. Είναι επειδή πιστεύω ότι αυτά είναι πιο εφήμερα και μικρότερης για εμένα σημασίας από ότι το όποιο «εικαστικό μου έργο». Τώρα που γράφω πάντως, νιώθω δικαιωμένος για κάποιες πικρές σκέψεις που κάνω χρόνια τώρα (τις «καλές εποχές» λέμε, πριν το 2009) και πρόλαβα να τις αποτυπώσω σε δύο κείμενα πριν ένα χρόνο.
Θα τα βρεις αν θες εδώ και εδώ.
Είναι αρκετά πιο στοχευμένα από το σημερινό, αλλά δεν έχει να κάνει με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, καμία κακία ή πικρία. Έχει να κάνει με ότι αυτό συμβολίζει, την «τέχνη που τελείωσε». Όλα εξάλλου είναι σχετικά η μήπως δεν είναι;