Τέχνη, πόλεμος και αλήθεια. Η Γκερνίκα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ
Σήμερα που η οικουμένη έρχεται αντιμέτωπη με την αδιανόητα βαναυσότητα του πολέμου, θυμήθηκα μια παλιά ιστορία που δείχνει ότι, η έκβαση των πολέμων δεν κρίνεται μόνο στα πεδία των μαχών αλλά και στις εντυπώσεις που οι εμπλεκόμενοι δημιουργούν για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα τους. Τότε, όπως και τώρα, η αλήθεια μπλέχτηκε με το ψέμα και ο πολιτισμός μετατράπηκε σε εργαλείο για την επικράτηση.
Η Γκερνίκα ή Γκουέρνικα του Πάμπλο Πικάσο είναι ένας από τους γνωστότερους πίνακες του 20ου αιώνα, μέσα στους πιο αναγνωρίσιμους, και σίγουρα το διασημότερο έργο του μεγάλου ζωγράφου.
Πηγή έμπνευσης αποτέλεσε ο βομβαρδισμός της κωμόπολης Γκερνίκα της Χώρας των Βάσκων από τη γερμανική αεροπορία. Το περιστατικό σημειώθηκε στις 26 Απριλίου του 1937, αλλά η φιλοτέχνηση από τον Πικάσο ξεκίνησε μερικές μέρες αργότερα, την 1η Μαΐου, αφότου ο ζωγράφος πληροφορήθηκε τα γεγονότα από εφημερίδα. Το έργο ολοκληρώθηκε στις αρχές Ιουνίου.
Αν και ο πίνακας είναι πολύ γνωστός, υπάρχουν ορισμένες πτυχές γύρω από τη δημιουργία του που οι περισσότεροι πιθανότατα να μην γνωρίζουν. Ας δούμε μερικές εξ αυτών.
Καθώς πλησίαζε η παγκόσμια έκθεση του 1937, μέλη της ισπανικής δημοκρατικής κυβέρνησης ήθελαν το περίπτερο της Ισπανίας στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού που ήταν αφιερωμένο στην Τέχνη και την Τεχνολογία, να φιλοξενεί έναν πίνακα που θα εξέθετες τις θηριωδίες του αρχιστράτηγου Φράνκο και των συμμάχων του. Έτσι στράφηκαν σε έναν από τους πιο διάσημους ισπανούς ζωγράφους, τον Πάμπλο Πικάσο που είχε ήδη τύχει αναγνώρισης από τη δεκαετία του ’10 για την κυβιστική του καλλιτεχνική έκφραση.
Ο Πικάσο δεν είχε επισκεφτεί την Ισπανία για πάνω από 3 χρόνια. Πάντως, δεν χρειάστηκε να πάει μακριά για να φιλοτεχνήσει τον πίνακα για την έκθεση του Παρισιού, καθώς ζούσε στη Γαλλία από το 1904, από όπου και εξέφραζε τη διαφωνία του με το απολυταρχικό στρατιωτικό καθεστώς της χώρας του. Ο ζωγράφος δημιούργησε τη Γκερνίκα χωρίς να έχει βρεθεί στην Ισπανία από το 1934, ενώ και μετά δεν επέστρεψε ποτέ στη χώρα του.
Ο πίνακας απεικονίζει τον πολύωρο βομβαρδισμό της κωμόπολης Γκερνίκα από τους γερμανούς και ιταλούς συμμάχους του Φράνκο, κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου, καθώς η πόλη αποτελούσε οχυρό των εχθρών του Φράνκο. Ο υπολογισμός των θανάτων κυμαίνεται από 200 σε 1.000 ανθρώπους. Όσο απίστευτο και αν ακούγεται, όμως, ο Φράνκο και οι σύμμαχοί του κατηγόρησαν τους Δημοκρατικούς για την επίθεση. Σας θυμίζει κάτι όλο αυτό;
Οι κριτικοί τέχνης πέρασαν καιρό προσπαθώντας να «αποκρυπτογραφήσουν» το νόημα των συμβολισμών στη Γκερνίκα, ιδιαίτερα του αλόγου και των ταύρων.
Όπως θα ανέμενε κανείς, ζητήθηκε από τον Πικάσο να εξηγήσει τη χρήση αυτών των πλασμάτων στον πίνακα του. Ωστόσο, ποτέ δεν προσέφερε τίποτα πιο αποκαλυπτικό από τη φράση ότι: «Αυτός ο ταύρος είναι ένας ταύρος και αυτό το άλογο είναι ένα άλογο», προσθέτοντας ότι «εάν δώσετε ένα νόημα σε ορισμένα πράγματα στους πίνακές μου, μπορεί να είναι απολύτως αληθές, αλλά δεν ήταν η πρόθεσή μου να δώσω αυτό το νόημα. Όποιες ιδέες και όποια συμπεράσματα έχετε, τα απέκτησα και ’γω, αλλά ενστικτωδώς, ασυνείδητα. Κάνω τη ζωγραφιά, για τη ζωγραφιά. Ζωγραφίζω τα αντικείμενα για αυτό που είναι».
Ο επίσημος γερμανικός οδηγός για τη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού προέτρεπε τους επισκέπτες να μην πάνε να δουν το έργο του Πικάσο, το οποίο αποκαλούσε «συνονθύλευμα από μέρη του σώματος που κάθε τετράχρονο θα μπορούσε να ζωγραφίσει». Αιτία γι’ αυτό ήταν φυσικά το αντιφασιστικό μήνυμα του πίνακα, καθώς και η απέχθεια του Χίτλερ στη μοντέρνα τέχνη.
Ο διάσημος καλλιτέχνης ήταν γνωστός όχι μόνο για τη δύναμη των έργων του, αλλά και για τις φλεγματικές ατάκες του. Όπως θρυλείται, ο Πικάσο είχε ένα σύντομο διάλογο με έναν αξιωματούχο της Γκεστάπο, όταν οι Γερμανοί είχαν καταλάβει το Παρίσι. Ο αξιωματούχος βρέθηκε στο σπίτι του καλλιτέχνη και βλέποντας μια φωτογραφία του έργου, ρώτησε: «Εσείς το κάνατε αυτό;». «Όχι, εσείς!», ήταν η άμεση απάντηση του Πικάσο.
Οι περιπέτειες όμως της Γκερνίκα δεν σταματούν εδώ. Από το 1985 έως το 2009, ο ΟΗΕ κοσμούσε την είσοδο του Συμβουλίου Ασφαλείας με μια ταπισερί – αντίγραφο του πίνακα.
Στο σημείο αυτό, τον Φεβρουάριο του 2003, ο υπ. Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κόλιν Πάουελ μαζί με τον διπλωμάτη John Negroponte (ναι, καλά τα καταλάβατε, η αθάνατη ελληνική ομογένεια είναι παντού) παραχώρησαν μια συνέντευξη τύπου που καλύπτονταν τηλεοπτικά, καταθέτοντας υπέρ της επικείμενης κήρυξης πολέμου στο Ιράκ από τις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ένα μπλε ύφασμα κάλυπτε τον πίνακα.
Αντιφατικές αναφορές απέδωσαν την απόφαση τόσο σε δημοσιογράφους και οπερατέρ που θεωρούσαν ότι η βίαιη σκηνή θα ήταν δυσάρεστη για τους τηλεθεατές, όσο και στην κυβέρνηση Μπους που πίστευε ότι ένας τόσο αναγνωρίσιμος αντιπολεμικός πίνακας θα ήταν ακατάλληλος για φόντο σε ένα διάγγελμα του Πάουελ που θα προωθούσε στρατιωτικές επιχειρήσεις
Όπως βλέπουμε, αν κάτι αξίζει στην τέχνη δεν είναι το πόσο καινοτόμα είναι αυτή καθ αυτή, αλλά η ιδιότητά της να αλλάζει τον τρόπο που εμείς βλέπουμε τον κόσμο. Η αλήθεια που φέρει το έργο του Πικάσο είναι αυτή που λέει η ίδια η έννοια της λέξης «αλήθεια»· η αποφυγή δηλαδή, της λήθης. Το να ξαναβρίσκουμε αυτό που κακώς έχει ξεχαστεί.
Τώρα που ένας ακόμα πόλεμος εκτυλίσσεται και η αλήθεια βάλλεται και πάλι βάναυσα, η ιστορία της απόκρυψης της Γκερνίκα είναι και πάλι επίκαιρη. Γιατί κάποιος να θέλει να κουκουλώσει ένα έργο; Αν κάποιοι θέλουν να την κουκουλώσουν, αυτό υποθέτω πως σημαίνει πως η τέχνη έχει δύναμη, πως μπορεί να αλλάξει τα πράγματα. Όμως, ειλικρινά, έχει τέτοια δύναμη η τέχνη;
Δεν θέλω να μας απογοητεύσω, αλλά νομίζω πως είναι λίγες οι στιγμές που η τέχνη κατάφερε να κάνει μια καίρια παρέμβαση, τόσο δυνατή, που να νιώσουμε ότι άλλαξε τη ροή της ιστορίας. Κάπου είναι και άδικο, δεν είναι αυτή η δουλειά της. Η τέχνη όμως μπορεί να «δείξει» την αλήθεια και αυτό το έχει κάνει αρκετές φορές.
Η οικουμένη έχει έναν νέο ανήφορο να ανέβει, ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να φτιαχτούν κι άλλα έργα σαν την Γκερνίκα, αν και πολύ αμφιβάλλω.
Υ.Γ.
Για την ιστορία να πούμε ότι η ταπισερί ήταν ένα δάνειο προς τα Ηνωμένα Έθνη από την πλουσιότερη οικογένεια του κόσμου, αυτή των Rockefeller που στο παρελθόν είχαν δωρίσει και το οικόπεδο που φτιάχτηκε το κτίριο της έδρας του ΟΗΕ. Μια σειρά παρεξηγήσεων οδήγησαν στην απόσυρση του έργου για λόγους συντήρησης (όπως ανέφερε αργότερα το Ίδρυμα Rockefeller τον Φεβρουάριο του 2021). Πριν λίγες μέρες όμως, η ταπισερί επέστρεψε και πάλι στη θέση της.
Για πόσο καιρό άραγε θα είναι το έργο εκεί και κυρίως, για ποσά ακόμα χρόνια το θέμα του θα είναι επίκαιρο;