Σάββατο βράδυ στη μέση της πόλης.
Θα ήθελα να μην ξαναγράψω για κρίση, κουράστηκα.
Θυμάμαι ήμουν φοιτητής όταν διάβαζα το «Σάββατό βράδυ στην άκρη της πόλης» της Σώτης Τριανταφύλλου. Την ιστορία μιας νεαρής κοπέλας που ζει στις παρυφές τις Νέας Υόρκης. Διαβάζει, διασκεδάζει, ταξιδεύει, κινδυνεύει, κερδίζει και χάνει φίλους και όλα αυτά σε μια γεωμετρική πρόοδο που τελικά την πάνε προς τα εμπρός. Γίνεται δασκάλα και κερδίζει το δικαίωμα στο όνειρο. Όχι το μεγάλο, το αμερικάνικο, αυτό που σε οδηγεί στον πλούτο και την κοινωνική καταξίωση, το δικαίωμα στο άλλο (και αυτό Αμερικάνικο), στο όνειρο της πρώτης ταινίας Ρόκι. Στο όνειρο του ανθρώπου που είναι μπλεγμένος και έχει μικρές δυνατότητες, αλλά τελικά, στην τελευταία σκηνή του έργου, καταφέρνει να σταθεί στα πόδια του.
Αυτό το όνειρο, το δεύτερο, το ρεαλιστικό, είναι αυτό που οι περισσότεροι κυνηγάμε. Κάποια στιγμή μεταξύ 1990 και 2010 προσπάθησαν να μας πείσουν (με άλλα 3 τουλάχιστον Ρόκι) ότι μπορούμε όχι μόνο να σταθούμε στα πόδια μας αλλά ότι μπορούμε επί σειρά ετών να νικάμε τον παγκόσμιο πρωταθλητή και να πάρουμε τη θέση του σε ένα δρόμο γεμάτο δόξα και πλούτη. Ή ακόμα χειρότερα, ότι όλοι μπορούμε να γίνουμε παγκόσμιοι πρωταθλητές. Ταυτόχρονα!
Το «Τζόνι & Λούλου» της Βάσιας Τζανακάρη είναι το flip side του «Σάββατό βράδυ στην άκρη της πόλης». Είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος. Εκεί που η νεαρή πρωταγωνίστρια και ο καλός της, πέφτουν σε τοίχο. Όχι απαραίτητα με δύναμη για να σπάσουν, αλλά τρίβοντας αργά πρόσωπο και σώμα μέχρι να λιώσουν. Όχι στην άκρη της πόλης σαν περιθωριακοί, αλλά ακριβώς στην μέση της, όπως όλος ο κόσμος. Αποφασίζουν να φύγουν από αυτό. Όχι από τη χώρα απαραίτητα, αλλά από «αυτό». Το όποιο «αυτό». Να πάνε σε κάποιο «άλλο» όχι απαραίτητα «χωρικό» αλλά κυρίως προσωπικό.
Ξέχνα το love story που γράφει στο εξώφυλλο, ξέχνα και τη «γυναικεία λογοτεχνία». Εδώ η Τζανακάρη μας δείχνει το πολιτικό, το κοινωνικό, το ατομικό, το συλλογικό και το κάνει πολύ καλά. Εδώ οι πρωταγωνιστές δεν είναι σίγουρο ότι θα σταθούν στα πόδια τους, εδώ η αγάπη είναι το μόνο που έχουν.
Η Τζανακάρη γεννήθηκε το 1980. Μπορεί στα βιβλία της να αναφέρεται στους Deep Purple και στον Nick Cave, μπορεί να έχει στο νου της καταραμένους καλλιτέχνες και χαμένες γενιές, αλλά ξέρει ότι όταν όλα δείχνουν να τελειώνουν, η αγάπη είναι το καλύτερο που μπορείς να έχεις και αυτό δεν είναι καθόλου λίγο (όπως μας έμαθαν, ευτελέστεροι τύποι όταν μεγαλώναμε στα 80s).
Στο «Τζόνι & Λούλου» η συγγραφέας δείχνει και αναλύει το τώρα ακριβέστατα. Κανείς όμως με τόσα αποθέματα αγάπης δεν χάνεται και στο βάθος το ξέρει πολύ καλά. Μπορεί με αυτό το βιβλίο της να αμφιταλαντεύεται, αλλά στο μέλλον, είμαι σίγουρος, θα κάνει αυτό που οι δημιουργοί με συναίσθημα κα πίστη ξέρουν καλά. Θα δείξει με το δάχτυλο αυτή τη μικρή τρύπα στο βάθος, που φτάνει για να φωτίσει όλο το τούνελ.
Θα περιμένω.