Οι Pet Shop Boys δεν χρειάζεται να μιλούν για την κρίση. Εσύ; Εγώ;
Παραθέτω:
– Για την κρίση στην Ελλάδα τι ακριβώς ξέρετε;
– «Ξέρω ότι παραείναι πολύπλοκη για ‘μενα. Δεν θα ήθελα να σας στείλω κάποιο σχετικό μήνυμα. Αφήνω αυτή τη δουλειά στους πολιτικούς.»
– Οι Έλληνες καλλιτέχνες μιλούν συνεχώς γι’αυτήν. Σαν να είναι υποχρεωμένοι.
– “Οι Βρετανοί δεν το κάνουν. Δεν νιώθουν τέτοιες υποχρεώσεις”.
Η στάση των περισσότερων Άγγλων και Αμερικάνων καλλιτεχνών είναι συνήθως έτσι. Σταθερά αποφεύγουν κρίσεις επί του «άμεσα πολιτικού». Ακούγεται αφόρητα κλισέ, αλλά νομίζω ότι είναι στην ιδιοσυγκρασία τους.
Αυτό βέβαια, δεν είναι πάντα αθώο. Σπανιότατα στην μουσική, αλλά πολύ συχνά στα εικαστικά, είναι μέρος του «παιχνιδιού», μιας που το «άμεσα πολιτικό», είναι αυτό που αναδεικνύει αξίες. Οι ίδιοι οι κρατικοί πολιτισμικοί φορείς, οι πολιτικοί με τις επιλογές τους και οι μεγάλοι επιχειρηματίες – συλλέκτες, είναι αυτοί που επιβάλλουν με τον τρόπο τους το «τι είναι και τι δεν είναι» στην κοινωνία. Το να μένεις λοιπόν απέξω, καμιά φορά, όχι μόνο σε προφυλάσσει αλλά ουσιαστικά συνδιαμορφώνει πολιτική.
Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τους Pet Shop Boys. Μπορεί ο Νιλ Τέναντ να μην θέλει να μιλάει για την κρίση, αλλά έχει την άνεση να το κάνει, έκτος των άλλων γιατί το πολιτικό είναι «μέσα» στο ίδιο το μουσικό τους έργο. Δεν χρειάζονται περισσότερα λόγια.
Έχουν γίνει πολλές αναλύσεις για το συγκρότημα. Για το μουσικό τους ύφος, την αγάπη τους για την αβανγκάρντ ή γενικά την οπτική και μουσική κουλτούρα που μεταφέρουν. Στην δουλειά τους δεν θα δεις βέβαια περιγραφικές αναφορές για το άμεσα πολιτικό (με την μορφή δηλαδή του σχολιασμού της καθημερινής πολιτικής κατάστασης) αλλά θα δεις το πολιτικό με την έννοια της επαφής και της κριτικής της διαμορφούμενης καθημερινής κουλτούρας. Είναι αυτοί που με όχημα την ποπ εικόνα, όχι μόνο ανέδειξαν αισθητικές με πολιτικό πρόσημο, αλλά έστω μέσω της ελαφρότητας (που εγγενώς η ποπ έχει), έδειξαν ότι προβληματίζονται για το κυρίαρχο κοινωνικό πρότυπο της εποχής τους. Τουλάχιστον έτσι το έχω εκλάβει εγώ.
Το κυριότερο πάντως είναι ότι, πήραν μέρος στο πολιτικό με τον καλύτερο τρόπο που το μέσο τους (η τέχνη δηλαδή) μπορεί να τους προσφέρει. Ανέδειξαν τους όποιους προβληματισμούς τους, όχι μέσα από την σαφή κατονομασία τους, όχι μέσα από συνεντεύξεις ή συγκεκριμένες προτροπές, αλλά φιλτράροντας ότι έχουν να πουν, μέσω των ίδιων των εργαλείων που χρησιμοποιούν. Μέσα από τον ήχο και την εικόνα.
Το γεγονός ότι οι Έλληνες καλλιτέχνες μιλούν συνεχώς για την κρίση, σαν να είναι υποχρεωμένοι, είναι πράγματι μια σωστή παρατήρηση από μέρους της κας. Κουστένη (της συντάκτριας του παραπάνω άρθρου). Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Το καλό σενάριο λέει ότι είμαστε πιο εξωστρεφείς από τους βρετανούς συναδέλφους μας ή ότι δεν φοβόμαστε τις δεσμεύσεις που λέγαμε παραπάνω. Πιστεύω όμως ότι είναι και κάτι άλλο. Ίσως δεν είναι καν το γεγονός ότι οι περισσότεροι πέφτουν στην γελοία παγίδα των ΜΜΕ που απαιτεί από τους καλλιτέχνες να έχουν γνώμη για τα πάντα λες και ο καλλιτέχνης πρέπει εκτός από το να επικοινωνεί με το έργο του, να «εξηγεί» τα πάντα στους πάντες.
Υπάρχει η στρατευμένη πολιτική τέχνη που σκοπό της έχει την μεταφορά του πολιτικού μηνύματος ή έστω την καλλιτεχνική μετουσίωση της αγωνίας ενός λαού. Σε αυτήν την περίπτωση, το έργο έχει τον κύριο ρόλο και οι όποιες δηλώσεις λειτουργούν συμπληρωματικά. Δεν νομίζω ότι οι Έλληνες καλλιτέχνες που μιλούν για την κρίση εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία. Φοβάμαι ότι έχει να κάνει με την ανάγκη τους να εξηγήσουν αυτό που με το έργο τους αποτυγχάνουν να πουν ή που έτσι και αλλιώς δεν υπάρχει εκεί. Υποθέτω ότι από όσους κάνουν δηλώσεις για την κρίση δεν διατείνεται κανείς ότι παράγει πολιτική ή στρατευμένη τέχνη. Ότι βλέπαμε τις τελευταίες δεκαετίες δεν ήταν παρά μια παρατεταμένη ακολουθία της mainstream πολιτικής ή πολιτιστικής ταυτότητας της κάθε εποχής ή ακόμα χειρότερα η light καταδίκη της, μέσα πάντα από τους ήδη υπάρχοντες θεσμούς και πλαίσια. Η καλλιτεχνική δημιουργία, ακόμα και όταν είχε πολιτική χροιά, δεν ήταν παρά το συμπλήρωμα ή το άλλοθι της εκάστοτε κυρίαρχης αφήγησης.
Αν λοιπόν αυτό ήταν ως επί το πλείστον το παρελθόν, το παρόν δεν μπορεί παρά να είναι μόνο λόγια. Είναι πολλά βλέπεις τα πράγματα που πρέπει να εξηγηθούν.
Υ.Γ.
Και εκεί που τελείωνα αυτές τις γραμμές με σκοπό να εκφράσω κάτι που με ενοχλεί στους «άλλους», διαπιστώνω ότι όλα αυτά πολύ εύκολα μπορεί να αφορούν κι εμένα. Μάλλον πρέπει να το ξαναδώ.