Η ερωμένη της τέχνης και η μάνα της.
Την είδα προχθές πρώτη φορά. Ήταν γύρω στα πενήντα, καλοντυμένη με έντονο βαρύ smoky eyes βάψιμο. Αν και φανερά καταβεβλημένη, ο δυναμισμός της ξεχείλιζε και η αποφασιστικότητα της, αν και όπως έλεγε ήταν στο ναδίρ, νομίζω ότι δεν είχε εξανεμιστεί. Ίσως να ήμουν επηρεασμένος και από τα πυκνά πολύ κοντά μαλλιά της, αλλά παρ’ όλα αυτά που έλεγε μου φαινόταν μια χαρά. Είπε ότι ένιωθε χάλια και ότι αδυνατούσε να δει τίποτα το θετικό στην ζωή, η ασθένεια την είχε λέει καταβάλει και αρνιόταν να σκεφτεί οτιδήποτε θετικό για τον εαυτό της.
Με μεγάλο ενδιαφέρον έμαθε ότι ήμουν ζωγράφος και ενθουσιασμένη με ρώτησε για το πώς είναι να κάνεις κάτι, το οποίο είναι τόσο δημιουργικό και λυτρωτικό για την ψυχή. Την ρώτησα πώς είχε βγάλει αυτό το συμπέρασμα και από πού αντλούσε την αισιοδοξία της, ότι η δουλειά μου δηλαδή είναι τόσο θεραπευτική για την ψυχή, ώστε να νιώθει ότι είμαι προνομιούχος. Μου απάντησε ότι σκεφτόταν τον εαυτό της. Τον τελευταίο καιρό όταν έμενε μόνη, συνήθιζε να βάζει μουσική και να τραγουδάει δυνατά μέσα στο σπίτι ή και να ανοίγει το παράθυρο και να συνεχίζει (πιο χαμηλόφωνα είναι αλήθεια) έξω στην βεράντα. Μου έλεγε πόσο λυτρωτικό ήταν αυτό και πόσο γέμιζε τις δύσκολες ώρες της. Φαντάστηκε πως και για εμένα οι ώρες της δημιουργίας θα είναι κάπως έτσι. Με κοίταξε στα μάτια με μια έκδηλη προσμονή να επιβεβαιώσω την αίσθηση που είχε για τα πράγματα. Νομίζω ότι αν το έκανα θα της έδινα ακόμα περισσότερο θάρρος και θα την ωθούσα σε άλλη μια ονειροπόληση στον μαγικό χώρο της τέχνης.
Δυστυχώς δεν είχα καλά νέα.
Βλέπεις, της εξήγησα, τα πράγματα στην τέχνη λειτουργούν μάλλον διαφορετικά, ίσως όχι τόσο ονειρικά, ίσως όμως περισσότερο λυτρωτικά στο τέλος. Κανένας, που θέλει να λέγεται καλλιτέχνης, δεν απολαμβάνει ονειρικά την καθημερινότητα του. Αυτό στην καλλίτερη περίπτωση είναι η μοίρα του καλού τεχνίτη, που παίζει στα δάχτυλα τους τρόπους και τις ιδιότητες των πραγμάτων και δημιουργεί με πάσα επίγνωση το τέχνημά του. Ο καλλιτέχνης δεν έχει αυτή την πολυτέλεια, κάθε φόρα είναι απέναντι από το άγνωστο, αν θέλει να είναι καλλιτέχνης και όχι μόνο τεχνίτης. Σαν ένας προσηλωμένος μεταφραστής, που αναλαμβάνει να μεταφράσει στην γλώσσα του, αριστουργήματα από χίλιες διαφορετικές γλώσσες και πρέπει να μάθει κάθε μια ξεχωριστά.
Δεν θυμάμαι πώς ακριβώς κύλησε η κουβέντα, αλλά θυμάμαι ότι της είπα κάτι σαν, εσύ είσαι η ερωμένη της τέχνης, ερωτοτροπείς μαζί της. Περνάς καλά, της δίνεις και σου δίνει. Εγώ προσπαθώ να την γεννήσω, και όσο κοιλοπονώ έχω ναυτίες και νεύρα. Αγωνία, προσμονή και ελπίδα. Ο κόπος είναι μεγάλος, αλλά όταν έρθει η ώρα της γέννας, η χαρά μου είναι μεγαλύτερη.
Με φίλησε, την αγκάλιασα, προχωρήσαμε ο καθένας τον δρόμο του. Εκείνη υποθέτω συνεχίζει να πονάει, αλλά και εγώ δεν είμαι σούπερ. Απλά νομίζω ότι και οι δυο, κάτι καλό θα δούμε στο τέλος.